bn:00072101n
Noun Concept
Categories: Ύπνος
EL
ύπνος  κοιμάται  ύπνο
EL
Φυσιολογική περιοδική κατάσταση νάρκης του οργανισμού και του νευρικού συστήματος, που χαρακτηρίζεται από ελάττωση της συνειδήσεως και της (εκούσιας) κινητικής δραστηριότητας, κατάργηση της εγρήγορσης, η οποία είναι αμέσως αντιστρεπτή, καθώς και από μείωση της ικανότητας αντιδράσεως στα ερεθίσματα Greek Open Multilingual WordNet
English:
human
Definitions
Relations
Sources
EL
Φυσιολογική περιοδική κατάσταση νάρκης του οργανισμού και του νευρικού συστήματος, που χαρακτηρίζεται από ελάττωση της συνειδήσεως και της (εκούσιας) κινητικής δραστηριότητας, κατάργηση της εγρήγορσης, η οποία είναι αμέσως αντιστρεπτή, καθώς και από μείωση της ικανότητας αντιδράσεως στα ερεθίσματα Greek Open Multilingual WordNet
Ο ύπνος είναι μια φυσιολογική και επαναλαμβανόμενη κατάσταση για τα άτομα που διαθέτουν κεντρικό νευρικό σύστημα που χαρακτηρίζεται από μείωση της αντίληψης και περιορισμένη αλληλεπίδραση με το περιβάλλον, κατά τη διάρκεια της οποίας το σώμα φαίνεται να υπολειτουργεί σε ό,τι αφορά στην εξωτερικά παρατηρούμενη δράση του. Wikipedia
Μία φυσιολογική κατάσταση για τα ζώα και τον άνθρωπο κατά τη διάρκεια της οποίας το σώμα φαίνεται να υπολειτουργεί σε ότι αφορά την εξωτερικά παρατηρούμενη δράση του Wikipedia Disambiguation
Χαρακτηριστικό της φυσιολογίας των ζώντων οργανισμών Wikidata
Περιοδική κατάσταση φυσιολογικής ανάπαυσης κατά την οποία η συνείδηση ανακόπτεται και ο μεταβολισμός ελαττώνεται. OmegaWiki
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
OmegaWiki
WordNet Translations
Wikipedia Translations