bn:00072214n
Noun Concept
EL
εγκοπή  σχισμή  χαραμάδα
EL
Μικρό άνοιγμα (όσο για να περνάει ένα νόμισμα ή ένας φάκελος επιστολών) Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Μικρό άνοιγμα (όσο για να περνάει ένα νόμισμα ή ένας φάκελος επιστολών) Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet