bn:00074633n
Noun Concept
Categories: Ψυχολογικές παθήσεις και διαταραχές
EL
άγχος  ολικό φορτίο  πίεση  τάση  υπερένταση
EL
Ο όρος άγχος προέρχεται από το ρήμα ἄγχω, που στην αρχαία ελληνική γλώσσα σημαίνει σφίγγω ή πνίγω. Wikipedia
English:
mental
physiology
biological
medical
biology
medicine
Definitions
Relations
Sources
EL
Ο όρος άγχος προέρχεται από το ρήμα ἄγχω, που στην αρχαία ελληνική γλώσσα σημαίνει σφίγγω ή πνίγω. Wikipedia
Wikipedia
Wikidata
Wikipedia Redirections
Wikidata Alias
WordNet Translations