bn:00074854n
Noun Concept
EL
υπο-εξάρτημα  υποσυγκρότημα
EL
Ανεξάρτητη μονάδα που όμως έχει σχεδιαστεί να συνεργάζεται και με άλλα βιομηχανικά προϊόντα Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ανεξάρτητη μονάδα που όμως έχει σχεδιαστεί να συνεργάζεται και με άλλα βιομηχανικά προϊόντα Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations