bn:00078943n
Noun Concept
EL
αδυναμία επίτευξης  unattainableness
EL
Η κατάσταση όπου κάτι δεν μπορεί να εφαρμοστεί, να γίνει κατορθωτό Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η κατάσταση όπου κάτι δεν μπορεί να εφαρμοστεί, να γίνει κατορθωτό Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations