bn:00079940n
Noun Concept
EL
θύμα
EL
Δυστυχής άνθρωπος που πάσχει λόγω κάποιων αντίξοων συνθηκών Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Δυστυχής άνθρωπος που πάσχει λόγω κάποιων αντίξοων συνθηκών Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations