bn:00080156n
Noun Concept
EL
υαλώδες σώμα  υαλώδες υγρό  υαλοειδές υγρό  υαλοειδούς σώματος  υαλώδους υγρού
EL
Η διαφανής και άχρωμη μάζα που διαμορφώνει τον οπίσθιο θάλαμο του ματιού Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources