bn:00080227n
Noun Concept
EL
ρυθμιστής ηλεκτρικής τάσης  ρυθμιστή τάσης
EL
Μετασχηματιστης του οποίου η τάση μπορεί να ρυθμιστεί Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources