bn:00080357n
Noun Concept
EL
περπάτημα  βάδιση  περίπατος
EL
Η ενέργεια του περπατώ, του διανύω κάποια απόσταση με τα πόδια Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η ενέργεια του περπατώ, του διανύω κάποια απόσταση με τα πόδια Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations