bn:00080721n
Noun Concept
EL
δρόμος  δρόμο
EL
Οποιοσδήποτε δρόμος ή μονοπάτι που επιτρέπει το πέρασμα από το ένα μέρος στο άλλο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Οποιοσδήποτε δρόμος ή μονοπάτι που επιτρέπει το πέρασμα από το ένα μέρος στο άλλο Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary
WordNet Translations