bn:00082345v
Verb Concept
EL
προσκολλώμαι  προσφύομαι
EL
Μένω προσηλωμένος σε μια άποψη, σε μια ιδέα, σε μια ιδεολογία με αποτέλεσμα συνήθως να μην μπορώ να υιοθετήσω νέες ιδέες ή να ασχοληθώ με κάτι άλλο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Μένω προσηλωμένος σε μια άποψη, σε μια ιδέα, σε μια ιδεολογία με αποτέλεσμα συνήθως να μην μπορώ να υιοθετήσω νέες ιδέες ή να ασχοληθώ με κάτι άλλο Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet