bn:00082418v
Verb Concept
EL
ενθαρρύνω  παρακινώ  προτρέπω  καλώ  συστήσει
EL
Ωθώ, ενθαρρύνω κάποιον ώστε να προβεί σε συγκεκριμένη ενέργεια Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Ωθώ, ενθαρρύνω κάποιον ώστε να προβεί σε συγκεκριμένη ενέργεια Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations