bn:00082791v
Verb Concept
EL
διεκδικώ  διεκδικήσει
EL
Απαιτώ κάτι που μου ανήκει ή κάτι που θεωρώ ότι μου ανήκει, αγωνίζομαι για κάτι που δικαιούμαι Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Απαιτώ κάτι που μου ανήκει ή κάτι που θεωρώ ότι μου ανήκει, αγωνίζομαι για κάτι που δικαιούμαι Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations