bn:00083097v
Verb Concept
EL
πτωχεύω  φαλιρίζω  χρεοκοπώ  χρεωκοπώ
EL
Δεν είμαι σε θέση να πληρώσω τα χρέη μου Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Δεν είμαι σε θέση να πληρώσω τα χρέη μου Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet