bn:00083318v
Verb Concept
EL
κορνάρω
EL
Παράγω δυνατό και χαρακτηριστικό ήχο, ο οποίος συνήθως προέρχεται από κόρνα αυτοκινήτου Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Παράγω δυνατό και χαρακτηριστικό ήχο, ο οποίος συνήθως προέρχεται από κόρνα αυτοκινήτου Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet