bn:00083366v
Verb Concept
EL
πολιορκώ
EL
Ασκώ πίεση, επιδιώκω επίμονα κάτι.Περιστοιχίζω ασφυκτικά Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Ασκώ πίεση, επιδιώκω επίμονα κάτι.Περιστοιχίζω ασφυκτικά Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary