bn:00083838v
Verb Concept
EL
κάμπτoμαι  λυγίζω
EL
(για μέλη του σώματος) κάμπτομαι στο σημείο μιας άρθρωσης Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
(για μέλη του σώματος) κάμπτομαι στο σημείο μιας άρθρωσης Greek Open Multilingual WordNet
HAS KIND
DERIVATION
Greek Open Multilingual WordNet