bn:00083992v
Verb Concept
EL
αναφαίνομαι  αποκαλύπτομαι  εκδηλώνομαι  φυτρώνω
EL
Φανερώνομαι, εμφανίζω προς τα έξω, εξωτερικεύω, φυτρώνω (επί δοντιού) Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Φανερώνομαι, εμφανίζω προς τα έξω, εξωτερικεύω, φυτρώνω (επί δοντιού) Greek Open Multilingual WordNet
HAS KIND
DERIVATION
VERB GROUP