bn:00084573v
Verb Concept
EL
κερδίζω αποδοχή  πείσει
EL
Κερδίζω την αποδοχή ή την υποστήριξη κάποιου Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Κερδίζω την αποδοχή ή την υποστήριξη κάποιου Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations