bn:00084655v
Verb Concept
EL
πιάνομαι  σκαλώνω
EL
Μαγκώνω ή ακινητοποιούμαι κάπου, κυρίως επειδή εμποδίζομαι από κτ Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Μαγκώνω ή ακινητοποιούμαι κάπου, κυρίως επειδή εμποδίζομαι από κτ Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet