bn:00085144v
Verb Concept
EL
μασκαρεύομαι  μεταμφιέζομαι
EL
Αλλάζω την εξωτερική μου εμφάνιση, ώστε να φαίνομαι εντελώς διαφορετικός, να μην αναγνωρίζομαι Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Αλλάζω την εξωτερική μου εμφάνιση, ώστε να φαίνομαι εντελώς διαφορετικός, να μην αναγνωρίζομαι Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet