bn:00085343v
Verb Concept
EL
έπομαι  διαδέχομαι
EL
Καταλαμβάνω τη θέση ή το αξίωμα που κατείχε προηγουμένως άλλος με φυσικές ή νομικές διαικασίες Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Καταλαμβάνω τη θέση ή το αξίωμα που κατείχε προηγουμένως άλλος με φυσικές ή νομικές διαικασίες Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary