bn:00085582v
Verb Concept
EL
κρατώ  περιορίζω
EL
Δεσμεύω κπ εντός ορισμένων ορίων, αφαιρώ από κπ τη δυνατότητα ελεύθερης κίνησης έξω από έναν χώρο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Δεσμεύω κπ εντός ορισμένων ορίων, αφαιρώ από κπ τη δυνατότητα ελεύθερης κίνησης έξω από έναν χώρο Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet