bn:00086572v
Verb Concept
EL
αντιτείνω  διαφωνώ
EL
Διατυπώνω αντίθετη πρόταση ή άποψη προς απόκρουση προηγούμενης, προβάλλω αντιρρήσεις για κάτι Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Διατυπώνω αντίθετη πρόταση ή άποψη προς απόκρουση προηγούμενης, προβάλλω αντιρρήσεις για κάτι Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary