bn:00087008v
Verb Concept
EL
διασκορπίζω ,διασκορπίζομαι
EL
Διαχωρίζομαι ,χάνω την συνοχή μου ,φεύγω προς διάφορες κατευθύνσεις Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Διαχωρίζομαι ,χάνω την συνοχή μου ,φεύγω προς διάφορες κατευθύνσεις Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet