bn:00087044v
Verb Concept
EL
διαλύω  λιώνω
EL
Ανακατεύω ένα σώμα με ένα άλλο, έτσι ώστε να αποτελέσουν διάλυμα Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Ανακατεύω ένα σώμα με ένα άλλο, έτσι ώστε να αποτελέσουν διάλυμα Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary