bn:00087452v
Verb Concept
EL
αποκτώ  κερδίζω  κερδίσει
EL
Γίνομαι κάτοχος κάποιου πράγματος μέσω της εργασίας μου ή κάποιας άλλης δραστηριότητας Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Γίνομαι κάτοχος κάποιου πράγματος μέσω της εργασίας μου ή κάποιας άλλης δραστηριότητας Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations