bn:00087492v
Verb Concept
EL
εκτελώ  πραγματοποιώ
EL
Πραγματοποιώ, μετέχω, ασχολούμαι π .χ. με έρευνα Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Πραγματοποιώ, μετέχω, ασχολούμαι π .χ. με έρευνα Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet