bn:00087784v
Verb Concept
EL
παρακάνω
EL
Κάνω κάτι σε υπερβολικό βαθμό Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Κάνω κάτι σε υπερβολικό βαθμό Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet