bn:00087859v
Verb Concept
EL
αναλώνω  δαπανώ  καταναλίσκω  καταναλώνω
EL
Ξοδεύω κάτι(χρήματα,σκέψη,χρόνο κ.λ.π) για ορισμένο σκοπό Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Ξοδεύω κάτι(χρήματα,σκέψη,χρόνο κ.λ.π) για ορισμένο σκοπό Greek Open Multilingual WordNet