bn:00087917v
Verb Concept
EL
εκτείνομαι
EL
Έχω ή καταλαμβάνω μεγάλο χώρο, ορισμένη επιφάνεια, μήκος, πλάτος κτλ .· απλώνομαι Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Έχω ή καταλαμβάνω μεγάλο χώρο, ορισμένη επιφάνεια, μήκος, πλάτος κτλ .· απλώνομαι Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet