bn:00088679v
Verb Concept
EL
γαργαρίζω  ξεπλένω
EL
Πλένω το στόμα μου και το λάρυγγα με στοματικό διάλυμα, το οποίο ανακινώ μέσα στη στοματική κοιλότητα χωρίς να το καταπίνω Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Πλένω το στόμα μου και το λάρυγγα με στοματικό διάλυμα, το οποίο ανακινώ μέσα στη στοματική κοιλότητα χωρίς να το καταπίνω Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet