bn:00089410v
Verb Concept
EL
κρατάω
EL
Αναλαμβάνω να προσέχω και να φροντίζω κάποιον ή κάτι Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αναλαμβάνω να προσέχω και να φροντίζω κάποιον ή κάτι Greek Open Multilingual WordNet
VERB GROUP
Greek Open Multilingual WordNet