bn:00090485v
Verb Concept
EL
εγκαταλείπω  χάσει
EL
Παραιτούμαι από (σκέψεις, ενέργειες ή συναισθήματα), αφήνω κατά μέρος, παύω να κάνω κάτι, να ασχολούμαι με κάτι Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Παραιτούμαι από (σκέψεις, ενέργειες ή συναισθήματα), αφήνω κατά μέρος, παύω να κάνω κάτι, να ασχολούμαι με κάτι Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations