bn:00090668v
Verb Concept
EL
περιορίζω
EL
Συγκρατώ κάτι μέσα σε συγκεκριμένα όρια Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Συγκρατώ κάτι μέσα σε συγκεκριμένα όρια Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet