bn:00090749v
Verb Concept
EL
κάνω
EL
Διαλύω τα πάντα π.χ. τα έκανε άνω κάτω, προκαλώ αναστάτωση, επιφέρω καταστροφές, ισοπεδώνω τα πάντα Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Διαλύω τα πάντα π.χ. τα έκανε άνω κάτω, προκαλώ αναστάτωση, επιφέρω καταστροφές, ισοπεδώνω τα πάντα Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet