bn:00090884v
Verb Concept
EL
μετατρέπω  τροποποιήσει
EL
Επιφέρω μεταβολές (σε κάποιον/κάτι) ως προς τη μορφή ή τις ιδιότητές του, του δίνω νέα μορφή ή το χρησιμοποιώ με διαφορετικό τρόπο ή για διαφορετικό σκοπό από αυτόν που είχε αρχικώς Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Επιφέρω μεταβολές (σε κάποιον/κάτι) ως προς τη μορφή ή τις ιδιότητές του, του δίνω νέα μορφή ή το χρησιμοποιώ με διαφορετικό τρόπο ή για διαφορετικό σκοπό από αυτόν που είχε αρχικώς Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations