bn:00090948v
Verb Concept
EL
κινώ
EL
Κάνω κάτι να μετακινηθεί, να αλλάξει θέση ή στάση, φέρνω κάτι από μια θέση σε μια άλλη Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Κάνω κάτι να μετακινηθεί, να αλλάξει θέση ή στάση, φέρνω κάτι από μια θέση σε μια άλλη Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet