bn:00091136v
Verb Concept
EL
προσφέρω  προσφέρουν
EL
Θέτω στη διάθεση κάποιου κάτι, το οποίο μπορεί να γίνει δεκτό ή να απορριφθεί Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Θέτω στη διάθεση κάποιου κάτι, το οποίο μπορεί να γίνει δεκτό ή να απορριφθεί Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations