bn:00091362v
Verb Concept
EL
οφείλω  χρωστώ
EL
Είμαι υποχρεωμένος να δώσω,να ανταποδώσω σε κάποιον, κάτι ή αναγνωρίζω ηθική οφειλή Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Είμαι υποχρεωμένος να δώσω,να ανταποδώσω σε κάποιον, κάτι ή αναγνωρίζω ηθική οφειλή Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet