bn:00091776v
Verb Concept
EL
λεηλατώ  διαγουμίζω  κουρσεύω
EL
Αρπάζω πολύτιμα αντικείμενα και γενικά περιουσιακά στοιχεία( κατά τη διάρκεια βίαιης επίθεσης ,μετά την κατάληψη εχθρικής περιοχής ,μετά από επιδρομή κ.τ.λ.) Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Αρπάζω πολύτιμα αντικείμενα και γενικά περιουσιακά στοιχεία( κατά τη διάρκεια βίαιης επίθεσης ,μετά την κατάληψη εχθρικής περιοχής ,μετά από επιδρομή κ.τ.λ.) Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet