bn:00092097v
Verb Concept
EL
προσηλυτίζω
EL
Πείθω κάποιον να ακολουθήσει τη θρησκεία, το δόγμα που πρεσβεύω Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Πείθω κάποιον να ακολουθήσει τη θρησκεία, το δόγμα που πρεσβεύω Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary