bn:00092903v
Verb Concept
EL
αναπαύομαι  ξεκουράζομαι  ξεκουραστούν
EL
Βρίσκομαι σε κατάλληλη στάση, συνήθ. είμαι ξαπλωμένος, για να ξεκουραστώ Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Βρίσκομαι σε κατάλληλη στάση, συνήθ. είμαι ξαπλωμένος, για να ξεκουραστώ Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations