bn:00094544v
Verb Concept
EL
αναλαμβάνω  αντικαθιστώ
EL
Αντικαθιστώ έναν πιστωτή με κάποιον άλλο όπως στις περιπτώσεις που μια ασφαλιστική εταιρεία μηνύει το άτομο που έχει προκαλέσει το ατύχημα για λογαριασμό ασφαλισμένου Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Αντικαθιστώ έναν πιστωτή με κάποιον άλλο όπως στις περιπτώσεις που μια ασφαλιστική εταιρεία μηνύει το άτομο που έχει προκαλέσει το ατύχημα για λογαριασμό ασφαλισμένου Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet