bn:00096817a
Adjective Concept
EL
εντάξει
EL
Ως απάντηση απόλυτης συμφωνίας, συγκατάθεσης του ομιλητή στην πρόταση που του έγινε προηγουμένως Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ως απάντηση απόλυτης συμφωνίας, συγκατάθεσης του ομιλητή στην πρόταση που του έγινε προηγουμένως Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet