bn:00097799a
Adjective Concept
EL
έγκυρος  εξουσιαστικός
EL
Αυτός που έχει εξουσία, κυρίαρχη επιροή και ισχύ Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που έχει εξουσία, κυρίαρχη επιροή και ισχύ Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
OmegaWiki