bn:00099553a
Adjective Concept
EL
ομιλητικός
EL
Αυτός που δεν μένει σιωπηλός στις συναναστροφές του, που δεν αποφεύγει να εξωτερικεύει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του με την ομιλία Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που δεν μένει σιωπηλός στις συναναστροφές του, που δεν αποφεύγει να εξωτερικεύει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του με την ομιλία Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet