bn:00104971a
Adjective Concept
EL
ατομικός
EL
Αυτός που αναφέρεται ή που ανήκει σε ένα άτομο και όχι στο σύνολο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που αναφέρεται ή που ανήκει σε ένα άτομο και όχι στο σύνολο Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet