bn:00106019a
Adjective Concept
EL
γλωσσικός
EL
Αυτός που ανήκει ή που αναφέρεται στη γλώσσα Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που ανήκει ή που αναφέρεται στη γλώσσα Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet