bn:00108302a
Adjective Concept
EL
κομματικός
EL
Αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε πολιτικό κόμμα ή σχετίζεται με αυτό Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε πολιτικό κόμμα ή σχετίζεται με αυτό Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet